ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ-ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Γράφει η Βασιλική Νικητοπούλου
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Μαρτίου 1931 και ήταν γιος προσφύγων από την Ανατολική Θράκη. Αφότου τελείωσε το Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης, φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου παρακολούθησε μαθήματα και έλαβε το πτυχίο του Τομέα Κλασικών Σπουδών.
Κατόπιν, εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης από το 1958 ως το 1965. Έπειτα εργάστηκε ως επιμελητής εκδόσεων. Το 1958 ίδρυσε και ανέλαβε υπό τη διεύθυνσή του το περιοδικό Διαγώνιος που κυκλοφόρησε ως το 1983 με ολιγόχρονες παύσεις- και τον εκδοτικό οίκο Εκδόσεις Διαγωνίου. Εκείνη την περίοδο αναπτύχθηκε ο λεγόμενος “κύκλος των λογοτεχνών της Διαγωνίου”.
Η πρώτη ποιητική συλλογή του Εποχή των ισχνών αγελάδων (1950) διακρίνεται για το προσωπικό ύφος της και για τις δημιουργικές επιρροές από τον Καβάφη και τον Τ. Σ. Έλιοτ, ενώ στις επόμενες εμφανίσεις του εκφράζεται καθαρά το κυρίαρχο θέμα της ποίησής του, η εφήμερη ομοφυλοφιλική σχέση και το ερωτικό πάθος που οδηγεί στην ταπείνωση και στη μοναξιά. Βέβαια, ορισμένα ποιήματά του (π.χ. τα ποιήματα της σειράς Ο αλλήθωρος) έχουν και το στοιχείο μιας κοινωνικής οπτικής. Κατά καιρούς κυνηγήθηκε πολύ από το κοινωνικό κατεστημένο της εποχής, όπως, για παράδειγμα, όταν κόντεψε να συλληφθεί από τη Χούντα λόγω της άρνησής του να παραλάβει σχετικό βραβείο για ένα πεζό του έργο, τον “Χιλιαστή”.
Το 2011 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του. Αρνήθηκε όμως να το παραλάβει παραπέμποντας στο κείμενό του “Εναντίον” από το 1979, όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ’ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία από το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο “ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων”, που μας άφησαν οι αρχαίοι.».
Τον Ιούνιο του 2011 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το Τμήμα Φιλολογίας.
Απεβίωσε στις 11 Αυγούστου του 2020, σε ηλικία 89 ετών.
Ἔρωτας
Νὰ σοῦ γλείψω τὰ χέρια, νὰ σοῦ γλείψω τὰ πόδια –
ἡ ἀγάπη κερδίζεται μὲ τὴν ὑποταγή.
Δὲν ξέρω πῶς ἀντιλαμβάνεσαι ἐσὺ τὸν ἔρωτα.
Δὲν εἶναι μόνο μούσκεμα χειλιῶν,
φυτέματα ἀγκαλιασμάτων στὶς μασχάλες,
συσκότιση παραπόνου,
παρηγοριὰ σπασμῶν.
Εἶναι προπάντων ἐπαλήθευση τῆς μοναξιᾶς μας,
ὅταν ἐπιχειροῦμε νὰ κουρνιάσουμε σὲ δυσκολοκατάχτητο κορμί
Ἑνὸς λεπτοῦ σιγή
Ἐσεῖς ποὺ βρήκατε τὸν ἄνθρωπά σας
κι ἔχετε ἕνα χέρι νὰ σᾶς σφίγγει τρυφερά,
ἕναν ὦμο ν᾿ ἀκουμπᾶτε τὴν πίκρα σας,
ἕνα κορμὶ νὰ ὑπερασπίζει τὴν ἔξαψή σας,
κοκκινίσατε ἄραγε γιὰ τὴν τόση εὐτυχία σας,
ἔστω καὶ μία φορά;
Εἴπατε νὰ κρατήσετε ἑνὸς λεπτοῦ σιγή
γιὰ τοὺς ἀπεγνωσμένους;
Με κατάνυξη
Ἔλα νὰ ἀνταλλάξουμε κορμὶ καὶ μοναξιά.
Νὰ σοῦ δώσω ἀπόγνωση, νὰ μὴν εἶσαι ζῷο,
νὰ μοῦ δώσεις δύναμη, νὰ μὴν εἶμαι ράκος.
Νὰ σοῦ δώσω συντριβή, νὰ μὴν εἶσαι μοῦτρο,
νὰ μοῦ δώσεις χόβολη, νὰ μὴν ξεπαγιάσω.
Κι ὕστερα νὰ πέσω μὲ κατάνυξη στὰ πόδια σου,
γιὰ νὰ μάθεις πιὰ νὰ μὴν κλωτσᾶς.
Ἡ θάλασσα
Ἡ θάλασσα εἶναι σὰν τὸν ἔρωτα:
μπαίνεις καὶ δὲν ξέρεις ἂν θὰ βγεῖς.
Πόσοι δὲν ἔφαγαν τὰ νιάτα τους –
μοιραῖες βουτιές, θανατερὲς καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια ἀθέατα,
ρουφῆχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.
Ἀλίμονο ἂν κόψουμε τὰ μπάνια
Μόνο καὶ μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Ἀλίμονο ἂν προδώσουμε τὴ θάλασσα
Γιατὶ ἔχει τρόπους νὰ μᾶς καταπίνει.
Ἡ θάλασσα εἶναι σὰν τὸν ἔρωτα:
χίλιοι τὴ χαίρονται – ἕνας τὴν πληρώνει
Πηγές:
- https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CF%84%CE%AF%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82
- http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/ntinos_xristianopoylos_poems.htm










